Στην κεντρική πλατεία της Αθήνας, που προσπαθεί ακόμα να «συνέλθει» από το σοκ της αυτοκτονίας του Δημήτρη Χριστούλα, εκατοντάδες πολίτες σταματούσαν προχθες, από νωρίς το πρωί, κάτω από το πανύψηλο δέντρο όπου ο 77χρονος συνταξιούχος φαρμακοποιός έβαλε τέλος στη ζωή του. Ηλικιωμένοι, φοιτητές, καλοντυμένες γυναίκες, που κρατούσαν σακούλες με ψώνια από καταστήματα της Ερμού, βιαστικοί σαραντάρηδες, ακόμα και τουρίστες, στέκονταν για λίγα δευτερόλεπτα μπροστά στον σωρό από λουλούδια και σημειώματα και αποχαιρετούσαν, καθένας με τον δικό του τρόπο, τον τραγικό αυτόχειρα.

Αμίλητοι οι περισσότεροι, διάβαζαν τα καρφιτσωμένα, στον κορμό του δέντρου και στις ανθοδέσμες, μηνύματα των συμπολιτών τους, έβγαζαν φωτογραφίες με τα κινητά τους τηλέφωνα και απομακρύνονταν. «Η μαμά και ο μπαμπάς μου αγωνίζονται κάθε μέρα για να τιμωρηθούν οι δολοφόνοι σου» έγραψε η Κωνσταντίνα. «Μπεγλίτη, ντροπή σου» μια 74χρονη «Αγανακτισμένη», με αφορμή τη δήλωση του βουλευτή για το συμβάν. «Κάτω η χούντα των δανειστών» έγραψαν σε ένα χαρτόνι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων.

Κάποιοι δάκρυσαν. Αλλοι άφησαν ένα λουλούδι, ένα κερί, μια ελληνική σημαία, μια εικόνα της Παναγίας στο «δέντρο της λευτεριάς» και της «γνώσεως του καλού και του κακού», όπως το «βάφτισαν» κάποιοι. Λίγα μέτρα μακριά, μια τσιγγάνα βρήκε την ευκαιρία να βγάλει μεροκάματο, πουλώντας τριαντάφυλλα στους περαστικούς.

«Εχουμε να κάνουμε μια πρόταση» ακούστηκε μια φωνή και περίπου 50 άτομα συγκεντρώθηκαν κοντά στο στρογγυλό σιντριβάνι της πλατείας. «Να μαζέψουμε υπογραφές για να γίνει η κηδεία δημοσία δαπάνη και για να μη χρησιμοποιήσουν οι πολιτικοί το όνομα του νεκρού κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Να στείλουμε και επιστολή στον πρωθυπουργό». Οι αντιδράσεις πολλές… «Σιγά μην ήθελε ο άνθρωπος να πληρώσουν την κηδεία οι δολοφόνοι του», «Είναι το λιγότερο που πρέπει να κάνουν οι πολιτικοί, αν τους έχει μείνει φιλότιμο», «Να δώσουν τα χρήματα της κηδείας στους φτωχούς» ήταν κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά σχόλια.

Τρεις νέοι άνδρες, γύρω στα 30, άρχισαν να μαζεύουν υπογραφές σε ένα μπλοκ. Λίγα λεπτά αργότερα, ένας ηλικιωμένος που ανέλαβε τη σύνταξη του κειμένου, φώναξε τους συγκεντρωμένους και διάβασε δυνατά: «Κύριε πρωθυπουργέ…» πρόλαβε να πει και βρέθηκε αντιμέτωπος με την οργή των υπολοίπων. «Σιγά μην τον πούμε και κύριο!» Μετά τις απαραίτητες διορθώσεις και αφού δεν κατάφερε να πείσει το ακροατήριό του ότι «τυπικά πρέπει να τον αποκαλέσουμε κύριο», συνέχισε να διαβάζει.

Αλλά η φράση του «Σας παρακαλούμε να δείξετε το ενδιαφέρον που….» προκάλεσε νέα θύελλα αντιδράσεων. «Τι, θα τους παρακαλέσουμε κιόλας; Σιγά μην πέσουμε και στα γόνατα!» φώναξε μια γυναίκα. «Να αγιάσει το στόμα σου! Απαιτούμε, δεν παρακαλούμε!» συμπλήρωσε η διπλανή της. Το κείμενο κατέληξε στον πιο κοντινό κάδο απορριμμάτων και όλοι συμφώνησαν να γραφτεί ξανά από την αρχή.

«Αυτά δεν μπορώ… Ο καθένας λέει τα δικά του και στο τέλος αποφασίζουν άλλοι για μας» είπε απογοητευμένος ένας νεαρός με γαλάζιο μπουφάν και κατευθύνθηκε ξανά προς το δέντρο. Εκανε ένα νεύμα επιδοκιμασίας όταν διάβασε το σημείωμα «Να μην τον ξεχάσουμε μόλις βρεθούμε πίσω από το παραβάν», κάρφωσε για λίγο το βλέμμα του στις ζωγραφιές των μικρών παιδιών και σε ένα άσπρο αρκουδάκι και ύστερα άφησε το δικό του, λιτό μήνυμα: «Καλό ταξίδι».

Γεράσιμος Κόντος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.