Η στάση του λαού φαίνεται να δικαιώνει θανόντα πολιτικό, που είχε υποστηρίξει ότι το θέμα του ονόματος της γείτονος χώρας θα έχει λησμονηθεί στη δεκαετία. Στη λήθη έχει συντελέσει και η κυβερνητική μεταβολή. Οι κυβερνώντες τότε πέρασαν στα έδρανα της αντιπολίτευσης και οι στηλιτεύσαντες τη συμφωνία στα κυβερνητικά. Όσοι ανέμεναν με τη μεταβολή αυτή και αναμόχλευση της συμφωνίας χαρακτηρίζονται από πολιτική αφέλεια, αν όχι από καιροσκοπισμό. Πόσοι από μας που συμμετείχαμε στα συλλαλητήρια διαμαρτυρίας πονούσαμε πραγματικά για την εκποίηση ιστορικών μας δικαίων και πόσοι πρωτίστως ποθούσαμε την αποσταθεροποίηση της τότε κυβέρνησης; Η άκρα του τάφου σιωπή, που σήμερα βασιλεύει, ίσως να δίνει κάποια απάντηση.

Κάποιοι που δίδουν μάχες οπισθοφυλακής, αρθρογραφώντας ακόμη κατά της συμφωνίας, υποστηρίζουν ότι η νυν κυβέρνηση μπορούσε κάτι να πράξει, αλλά απέφυγε να το πράξει. Ας κάνουμε μικρή ιστορική αναδρομή, ώστε να βοηθηθούμε στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Η συντηρητική λεγόμενη πολιτική παράταξη θεωρεί το όλο θέμα δημιούργημα του κομμουνιστικού διεθνισμού και ιδία του Στάλιν. Βέβαια στον χώρο αυτό εντάσσει τον «αδέσμευτο» Τίτο, ο οποίος επωφελήθηκε από τις επελθούσες γεωπολιτικές μεταβολές, ώστε να καλλιεργήσει σε βάθος το ιδεολόγημα περί μακεδονικού έθνους μεταξύ των πολιτών της γείτονος χώρας. Λησμονεί η παράταξη αυτή ότι κύριος υποστηρικτής του Τίτο και του ιδεολογήματος μετά το 1948 υπήρξαν οι ΗΠΑ. Οι «συντηρητικές» κυβερνήσεις, που όφειλαν την ισχύ τους στον αμερικανικό παράγοντα, στάθηκαν παντελώς ανίσχυρες να υποστηρίξουν τα εθνικά μας θέματα, της Βορείου Ηπείρου, της Ψευτομακεδονίας και της Κύπρου. Και ο λόγος απλός. Όφειλαν να σιωπούν κατ’ εντολή των νέων από του 1947 αφεντικών μας. Βέβαια υπήρχε και η επανάπαυση στη σκέψη ότι το θέμα ήταν εσωτερικό της τότε Γιουγκοσλαβίας.

Ο κομμουνισμός κατέρρευσε ή επίσπευσαν την κατάρρευσή του εκείνοι που σήμερα καλλιεργούν νέο τύπο διεθνισμού, αυτόν της παγκοσμιοποίησης. Στα πλαίσια των άκρως σημαντικών νέων μεταβολών το θέμα της ονομασίας και των γνωρισμάτων του λαού της γείτονος κατέστη διεθνές. Και σταθήκαμε μάρτυρες της ολόθερμης υποστήριξης του δήθεν ιδεολογήματος του διεθνούς κομμουνισμού από το σύνολο του καπιταλιστικού κόσμου, των «συμμάχων», «φίλων» και «εταίρων» μας! Συμπέρασμα απλό: Το ιδεολόγημα ετέθη στην υπηρεσία άλλων προπαγανδιστών. Σε κανένα από τα συλλαλητήρια δεν ακούστηκε καταγγελία κατά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Η κυβέρνηση ήταν ο εύκολος στόχος! Κομμουνιστές στα νιάτα τους, οι στρογγυλοκαθισμένοι στους θώκους της εξουσίας σε εποχή άγριου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, εκδήλωναν στο έπακρο τον αυτοθαυμασμό τους για το ηθικό πλεονέκτημα! Όσο για την εκποίηση, από κεκτημένη ταχύτητα είχαν λησμονήσει οι «αριστεροί» ότι είναι θεωρητικά αρκετά διαφορετικός ο προλεταριακός διεθνισμός των Μαρξ και Έγκελς από τον επελαύνοντα διεθνισμό της παγκοσμιοποίησης υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του κεφαλαίου. Βέβαια και οι πολιτικοί τους αντίπαλοι είχαν όφελος από την ενδοτικότητα των τότε κυβερνώντων, καθώς προβάλλονταν οι «αριστεροί» για μία ακόμη φορά ως αντεθνικώς δρώντες! Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο το σύστημα τους πρόσφερε την εξουσία. Εκείνο που δεν αναλύθηκε, όσο θα έπρεπε, είναι ότι σημαντική μερίδα των εκλογέων επέλεξε την «πρώτη φορά αριστερά» εν γνώσει των θέσεών της επί των εθνικών μας θεμάτων. Αυτό βέβαια δεν δηλώνει ότι όλοι οι ψηφοφόροι της παράταξης ασπάζονται αυτή την πολιτική επί των εθνικών μας θεμάτων. Πρώτιστος λόγος υπήρξε η αγανάκτηση κατά των κομμάτων που άσκησαν την εξουσία κατά τη μεταπολίτευση και με την πολιτική τους οδήγησαν τη χώρα στο σημερινό της κατάντημα. Βέβαια οι ελπίδες, που διένειμαν αφειδώς οι έχοντες το «ηθικό πλεονέκτημα» εξανεμίστηκαν τάχιστα. Και όμως ο ελληνικός λαός κράτησε υψηλά τη δύναμή τους, αν και τα εγκώμια του αμερικανικού παράγοντα, του διαφεντευτού μας, υπήρξαν θερμότατα στη ΔΕΘ και αλλού. Φαίνεται ότι και οι Αμερικανοί άρχισαν να αριστερίζουν! Αυτό δεν προβλημάτισε διόλου τους κάποτε υφιστάμενους ποικίλες διώξεις πραγματικά αριστερούς; Βέβαια δικαιολογία υπάρχει για όλους: Δεν είχαν εναλλακτική πρόταση!

Οι ΗΠΑ επέτυχαν έναν ακόμη στόχο στη Βαλκανική και συγκεκριμένα στη χώρα, στην οποία διαθέτουν γιγαντιαία βάση. Η δική μας πολιτική εδράζεται στην αφελή θέση, ότι, αν παραχωρήσουμε και εμείς και άλλες βάσεις, θα μας δουν με καλό μάτι οι Αμερικανοί. Βέβαια στην ουσία δεν μας ζητούν, απαιτούν. Και εμείς διαρκώς υποκύπτουμε! Υπό το πνεύμα αυτό ασκούμενη η εξωτερική μας πολιτική, δεν αναμενόταν να ασκηθεί αρνησικυρία, βέτο στα ελληνικά, για την είσοδο των γειτονικών χωρών μας στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Τί κι αν υπάρχουν τόσα εκκρεμή θέματα στις διμερείς μας σχέσεις. Εμείς δεν τολμήσαμε να κάνουμε μνεία για την ελληνική μειονότητα στη γείτονα (όχι την Αλβανία), που υπάρχει αποδεδειγμένα, όπως μαρτυρούν απογραφές του πληθυσμού κατά καιρούς. Και βρέθηκαν άλλες χώρες, που ανέκοψαν την ένταξή της για λίγους μήνες στο ΝΑΤΟ, για δικούς τους βέβαια λόγους, οι οποίοι τάχιστα εξέλιπαν. Δεν θα βραδύνει και η ένταξή και των δύο χωρών στην ΕΕ, αφού διακαώς το ποθεί η Γερμανία.

Βέβαια στην τάχιστη λήθη της ταπεινωτικής εθνικής ήττας εν καιρώ ειρήνης συνέβαλε και η όξυνση της τουρκικής προκλητικότητας και οι διεκδικήσεις της. Έχει πλέον λησμονηθεί, καθώς πέρασαν περισσότερα έτη, ότι δικαιώματα της Τουρκίας στο Αιγαίο αναγνώρισε κάποια «σοσιαλιστική» κυβέρνηση! Τώρα μάταια επιχειρείται να υποβληθεί ο λαός στην πεποίθηση ότι έχουμε ισχυρούς συμμάχους και εταίρους. Τα άγρια συμφέροντα διέπουν τις διεθνείς σχέσεις. Και η Ελλάδα όχι μόνο είναι ανίσχυρη οικονομικά, λόγω της άφρονος πολιτικής κατά τη μεταπολίτευση, αλλά και διαπραγματευτικά ως εκ τούτου. Οι πλείστοι ισχυροί στηρίζουν την Τουρκία, κυρίως η Γερμανία, με εμφανή και προκλητικό τρόπο. Κάποιοι αναλυτές τονίζουν ότι η Γερμανία βρίσκεται εγγύς του στόχου της κυρίευσης του συνόλου της Βαλκανικής, στόχου του παγγερμανισμού ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Και το επόμενο βήμα θα είναι η περαιτέρω σύσφιξη των παραδοσιακά φιλικών δεσμών της με την Τουρκία. Βέβαια αυτοί θέλουν να παραβλέπουν ότι σήμερα στη Βαλκανική τον τελευταίο λόγο σε θέματα γεωπολιτικής τον έχουν οι ΗΠΑ.

Και ενώ τα προβλήματα εντείνονται στη χώρα μας και καθίστανται πλέον δισεπίλυτα, κυβέρνηση και μείζων αντιπολίτευση αντιμάχονται για τα σκάνδαλά τους και τις έξωθεν εξαρτήσεις τους. Και ο λαός παραμένει ακόμη χωρίς διάθεση κριτικής σκέψης για τα συμβαίνοντα και σπεύδει να επικροτήσει ως σωτήρες τους μεν ή τους δε. Στην αντιπαράθεση υπάρχει κάποια αντιστοιχία προς εκείνη των αδελφών Θωμά και Δημητρίου Παλαιολόγων, αδελφών του Κωνσταντίνου, οι οποίοι μάχονταν για την εξουσία στην Πελοπόννησο. Τότε όμως ο πρώτος είχε συμμάχους στη Δύση και ο δεύτερος τους Τούρκους. Ο σύγχρονος πλανητικός ηγεμών απολαμβάνει τις κομματικές μας έριδες, που αποδυναμώνουν ακόμη περισσότερο τη χώρα σε καιρούς χαλεπούς.

 

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»    

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.