«Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα πυροδοτούσε τη μητέρα όλων των οικονομικών κρίσεων», δήλωσε εν πλήρει επιγνώσει στο πρακτορείο Bloomberg ο κορυφαίος Αμερικανός αναλυτής, Μπάρι Αϊχενγκριν.

Μολονότι το σενάριο δεν ανήκει πια στη σφαίρα της φαντασίας, ακόμη και οι άνθρωποι που θα «πατήσουν το κουμπί» το αντιμετωπίζουν με δέος. Με το ίδιο δέος που θα απελευθέρωναν τους κωδικούς των πυρηνικών πυραύλων τους οι Αμερικανοί και οι Σοβιετικοί στρατιωτικοί το 1962, αν τελικά ο Κένεντι και ο Χρουστσόφ δεν τους διέταζαν την τελευταία στιγμή να κάνουν πίσω, σώζοντας τις επόμενες ανθρώπινες γενιές.

Παρόμοια ψυχραιμία αναζητείται και στην παρούσα οικονομική κρίση, η οποία τείνει να λάβει χαρακτηριστικά «συλλογικού παραλογισμού», όπως επισήμανε στους «Financial Times» ο πρώην υποδιοικητής της ΕΚΤ, Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι.

Αν όλοι συμφωνούν σε κάτι, είναι ότι εύκολες λύσεις χωρίς σημαντικό κόστος δεν υπάρχουν για καμία πλευρά. Ακόμη και τα «γεράκια» του διεθνούς τραπεζικού και κεφαλαιακού συστήματος, όπως ο πρόεδρος του ΙΙF Τσαρλς Νταλάρα και η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, παραδέχονται ότι μια «τιμωρία» της Ελλάδας θα είχε ανυπολόγιστες επιπτώσεις στους υπολοίπους. «Δεν θέλω ούτε να σκέφτομαι τις συνέπειες», είπε χαρακτηριστικά ο Νταλάρα, ενώ η Γαλλίδα τεχνοκράτης παραδέχθηκε ότι θα υπάρξουν επώδυνες και σκληρές παρενέργειες ακόμη και για τους τιμωρούς.

Σε αυτό το στοιχειακό παιχνίδι με τη φωτιά ο καθένας κοιτάζει φυσικά πρωτίστως τη δική του σωτηρία και δευτερευόντως των υπολοίπων. Από αυτή τη σκοπιά θα είχε ενδιαφέρον να εξετάσουμε πόσο θα συνέφερε την Ελλάδα να τραβήξει το σκοινί ως το τέλος, αποδεχόμενη μια έξοδο από το ευρώ.

Τόσο ο Αϊχενγκριν όσο και ο Βέλγος κεντρικός τραπεζίτης, Λικ Κοέν, συμφωνούν πως ένα διαζύγιο της Ελλάδας με την ευρωζώνη δεν πρόκειται να είναι βελούδινο για κανέναν από τους δύο. «Οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων θα έπαιρναν μορφή χιονοστιβάδας και, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα, η ελληνική οικονομία θα κατέβαζε ρολά», τόνισε ο Αμερικανός οικονομολόγος, που ειδικεύεται σε νομισματικές κρίσεις αυτής της μορφής. Κατά τη γνώμη του, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας χάρη σε μια υποτιμημένη δραχμή θα είχε πενιχρά αποτελέσματα, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, καθώς η ελληνική οικονομία διαθέτει μικρό εξαγωγικό τομέα και βασίζεται κυρίως στον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Αυτό θα οδηγούσε σε αύξηση των εισαγόμενων προϊόντων και σε χαμηλότερα μεροκάματα. Αν η κυβέρνηση προσπαθούσε να ενισχύσει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων κόβοντας πληθωριστικό χρήμα και δίνοντας αυξήσεις, τότε ο πληθωρισμός θα εξουδετέρωνε τα πλεονεκτήματα της ανταγωνιστικότητας ρίχνοντας τα μεροκάματα, οπότε… φτου κι απ’ την αρχή.

Πάντως, ο αναλυτής του Bloomberg συμφωνεί ότι το μεγάλο ατού της Ελλάδας είναι ο κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης σε Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία και στη συνέχεια σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Για να σώσει το ευρώ η Γερμανία θα υποχρεωνόταν στο αδιανόητο, δηλαδή να εκδώσει ευρωομόλογα χρέους και να επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να δανείζει τα κράτη. Η Ελλάδα βέβαια θα είχε πεθάνει…

«Κοίτα τα έργα σου, κυρία Μέρκελ, και απελπίσου!», τονίζει κατόπιν τούτων ο αρθρογράφος, αθωώνοντας ουσιαστικά την Ελλάδα και υπογραμμίζοντας έξω απ’ τα δόντια πως η μεγάλη απειλή για την Ευρώπη δεν υπήρξε ποτέ η χώρα μας, αλλά οι ευρωπαϊκοί χειρισμοί της κρίσης της.

Όση ηθική ικανοποίηση κι αν αντλούμε από τέτοια σχόλια, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τους κινδύνους που υπάρχουν. Αυτούς ακριβώς περιγράφει ο Τζόναθαν Τέπερ, του ιδρύματος Variant Perception, σε ειδική εργασία 53 σελίδων με τίτλο «Μια όψη της διάλυσης του ευρώ: Χρεοκοπία, έξοδος και υποτίμηση ως οι ιδανικές λύσεις».

O Βρετανός οικονομολόγος εκτιμά πως δεν υπάρχει ομαλή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ ούτε η χώρα μας μπορεί να προσδοκά τα ίδια πλεονεκτήματα με την Αργεντινή. «Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Αργεντινή επωφελήθηκε από την αποσύνδεση με το δολάριο και την ισοτιμία 1 προς 1. Ύστερα από μια ύφεση 11% το 2002, το ΑΕΠ της ανέκαμψε θεαματικά χάρη στις υψηλές τιμές και τη ζήτηση των αγροτικών της προϊόντων. Τα δέκα τελευταία χρόνια η λατινοαμερικανική χώρα απολαμβάνει ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 8%», τονίζει ο Τέπερ.

Όμως, τόσο ο κεντρικός τραπεζίτης της Αργεντινής όσο και οι ομόλογοί του σε Μεξικό, Βραζιλία και Ρωσία ξέρουν πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις μυστική μια δραστική νομισματική μεταβολή, απαγκίστρωση από συνδεδεμένο νόμισμα ή θεαματική υποτίμηση.

«Τέτοιες ενέργειες απαιτούν πολιτικές-σοκ», προειδοποιεί ο Ρέμες Λένικοβ, που διετέλεσε υπουργός Οικονομικών της Αργεντινής στις αρχές του 2002, όταν δηλαδή τα… ελικόπτερα έκαναν υπερωρίες στο προεδρικό μέγαρο. Το πρώτο δίμηνο αναγκάστηκε να πάρει μπαράζ μέτρων, κλειδώνοντας την ισοτιμία πέσο-δολαρίου ώστε να συγκρατήσει τη διολίσθηση.

Ο Λένικοβ απέτυχε να κατανείμει ισότιμα στην κοινωνία το κόστος της προσαρμογής. Για παράδειγμα, οι καταθέτες έλαβαν 1,4 πέσο για κάθε δολάριο που είχαν στην τράπεζα, ενώ οι δανειολήπτες ευνοήθηκαν περισσότερο πληρώνοντας μόνο 1 πέσο για κάθε δολάριο που χρωστούσαν, μέτρο που έπληξε τους δανειστές.

Επιπλέον, για να γεμίσει τα κρατικά ταμεία η κυβέρνηση επέβαλε δασμούς στις εξαγωγές, εξαγριώνοντας τους Αργεντινούς κτηματίες. Σημειώνεται πως οι Αρχές του Μπουένος Αϊρες έδειξαν φροντίδα για τα μεσαία και κατώτερα στρώματα και τις εγχώριες μικρομεσαίες επιχειρήσεις (δηλαδή τα βασικά θύματα της χρεοκοπίας) παγώνοντας τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ. Το μέτρο ευνόησε τη μικρομεσαία εθνική παραγωγή έναντι των ξένων επενδυτών, που έλεγχαν τις επιχειρήσεις ενέργειας και ύδρευσης της Αργεντινής.

Ο Ντανιέλ Μαρξ, υπουργός Οικονομικών της Αργεντινής ως το μοιραίο Δεκέμβριο του 2001, φοβάται πως η Ελλάδα βρίσκεται σε χειρότερη θέση από τη χώρα του. Τουλάχιστον η Αργεντινή δεν υιοθέτησε πλήρως και αποκλειστικά το δολάριο αλλά απλώς το συνέδεσε με το πέσο, διατηρώντας τον έλεγχο του εθνικού νομίσματος.

Μέλος των κυβερνήσεων που σύμφωνα με πολλούς συμπατριώτες του «κατέστρεψαν τη χώρα», ο Αργεντίνος Μαρξ (καμία σχέση με τον Κάρολο…) απασχολείται σήμερα στο χρηματοπιστωτικό τομέα και διαφωνεί με τις αριστερές πολιτικές της προέδρου Κριστίνα Φερνάντες.

H Eλλάδα έχει χάσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού

Ο Βρετανός οικονομολόγος Τζόναθαν Τέπερ υποστηρίζει ότι, σε αντίθεση με τη χώρα της πάμπας, η Ελλάδα είναι πλέον πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να αξιοποιήσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού και να επιβάλει σοκ και δέος στις αγορές.

Η υιοθέτηση του ευρώ το 2001 έγινε ομαλά και σταδιακά σε μια διαδικασία που κράτησε χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τελευταία προθεσμία ανταλλαγής παλαιών δραχμών με ευρώ έληξε μόλις στις 12 Μαρτίου… 2012.

Αν η Ελλάδα αποφασίσει να φύγει από το ευρώ, πρέπει να ξανατυπώσει δραχμές ή κάποιο νέο νόμισμα. Φυσικά καμιά κυβέρνηση δεν πρέπει να προαναγγείλει κάτι τέτοιο, αφού θα προκαλούσε αυτομάτως κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Όλοι οι Ελληνες θα έσπευδαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους σε ευρώ, ώστε να προλάβουν τη μετατροπή τους σε υποτιμημένες δραχμές. Για να εμποδίσουν αυτή την εξέλιξη οι Αρχές θα όφειλαν να επιβάλουν αυστηρούς ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων, πιθανώς κατά το πρότυπο του αργεντίνικου συστήματος corralito, που προέβλεπε όριο τραπεζικής ανάληψης.

Το βασικότερο ερώτημα, όμως, είναι πώς θα κατορθώσει μια κυβέρνηση να κρατήσει μυστική την εκτύπωση τόνων νέου χρήματος, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Για να επιτύχει αυτό το τιτάνιο έργο, θα έπρεπε ίσως να «φυλακίσει» στο Νομισματοκοπείο μια ειδική «καταδρομική» ομάδα. Αυτά όμως γίνονται μόνο σε ταινίες. Ακόμη κι αν πετύχαινε το ερμητικό μάντρωμα των «εκτυπωτών δραχμής» στον Χολαργό, πώς θα δικαιολογείτο η παραγγελία π.χ. από την Ελβετία, όπου εδρεύει η μεγαλύτερη εταιρία μελάνης ασφαλείας στον κόσμο;

Oι τοκογλύφοι θα μετατρέψουν τη χώρα σε Ζιμπάμπουε

Ένα άλλο μειονέκτημα της Ελλάδας σε σχέση με την Αργεντινή (πέρα από την αυτάρκεια σε τρόφιμα και ενέργεια) είναι η σημαντικά ασθενέστερη θωράκισή της απέναντι σε κεφάλαια-γύπες, που περιμένουν την πτώχευση για να αρπάξουν το κουφάρι της. Το επενδυτικό σχήμα ToscaFund προειδοποίησε πως αυτά τα τοκογλυφικά κεφάλαια θα απομυζήσουν ό,τι απομείνει από μια Ελλάδα της δραχμής, μετατρέποντάς την σε Ζιμπάμπουε! «Ο υπερπληθωρισμός θα φέρει εξαθλίωση των ηλικιωμένων, θα οδηγήσει τους νέους στη μετανάστευση, θα δώσει τη χαριστική βολή στο τραπεζικό σύστημα και θα ευνοήσει τη μαύρη αγορά και την εγκληματικότητα, προκαλώντας την κατάρρευση της μεσαίας τάξης – και σε τελική ανάλυση της Δημοκρατίας».

Γιάννης Παπαδάτος, στον Τύπο της Κυριακής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.