Ευρισκόμενοι σήμερα μπροστά σε ένα εκρηκτικό περιβάλλον, με τις λύσεις να φαντάζουν σαν καυτή λάβα ηφαιστείου και τη χρεοκοπία της χώρας να είναι προ των πυλών, οι αποφάσεις βαραίνουν αφόρητα στις πλάτες των πολιτικών. Καλούνται να διασφαλίσουν ότι η χώρα δεν θα επιστρέψει στο χάος ενός εθνικού νομίσματος και από την άλλη πλευρά να πείσουν τους αγανακτισμένους πολίτες ότι τα μέτρα της πολιτικής δημοσιονομικής λιτότητας και μείωσης του κοινωνικού κράτους, όσο επώδυνα και να είναι, πρέπει να τα δεχθούν. Σαν το πικρό φάρμακο που πρέπει να πιουν αν θέλουν όχι να ευημερήσουν αλλά απλά να κρατηθούν στη ζωή.

Ωστόσο, η χώρα βρίσκεται σε διαρκή κοινωνική αναταραχή. Οι άνεργοι πλησιάζουν το 1 εκατομμύριο, αδύναμες κοινωνικές ομάδες έχουν ξεπεράσει τα όρια της φτώχειας και βρίσκονται στο χείλος της οικονομικής εξαθλίωσης. Το δημόσιο χρέος παρά τις αιματηρές περικοπές δαπανών έχει εκτοξευτεί στα όρια του 200% του ΑΕΠ. Και μετά από δύο χρόνια συνεχούς παρουσίας της τρόικας, μνημονίων και πακέτων διάσωσης, η ευρωπαϊκή κοινοτική αλληλεγγύη έχει εξαντλήσει τα χρηματοοικονομικά όριά της στο τελευταίο πακέτο διάσωσης της 26ης Οκτωβρίου.

Παράλληλα, η δημοσιονομική τρικυμία εξελίσσεται σε τυφώνα, το σκάφος του σημερινού πολιτικού προσωπικού κλυδωνίζεται επικίνδυνα.

Σ’ αυτό το τοπίο, κάποιοι βροντοφωνάζουν τη βαθιά προσήλωσή τους στη γη της επαγγελίας, την ευρωζώνη και το ευρώ, κάποιοι άλλοι θεωρούν εαυτούς εκτός του σκάφους του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος και του υπερεθνικού νομίσματος και κάποιοι διακηρύσσουν ότι έχουν το κλειδί για να επιτύχουν το άριστο σημείο ισορροπίας του τρόμου ανάμεσα στη διάσωση ενός ελάχιστου κοινωνικού κράτους και της εξάλειψης των εσωτερικών ελλειμμάτων, ευαγγελιζόμενοι την κεϊνσιανή συνταγή της ανάπτυξης. Ολοι, όμως, αγνοούν ότι οι εναπομείνασες κοινωνικές δαπάνες και το όποιο επίπεδο μισθών και συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων συνθλίβονται κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη των «επικυρίαρχων» της τρόικας, οι οποίοι συντρίβουν κάθε πολιτική της οποίας η δαπάνη προεξέχει της προκρούστειας κλίνης του ισοσκελισμένου, τώρα, και πλεονασματικού, αργότερα, προϋπολογισμού.

Οποιοι αγνοούν ότι στο δημοσιονομικό πεδίο της ισοσκέλισης εσόδων – πρωτογενών δαπανών, δηλαδή δημοσίων δαπανών χωρίς τους τόκους του χρέους, θα δοκιμαστεί στο άμεσο μέλλον κάθε πολιτική «ελίτ» που θα εκφράσει φιλοδοξίες για να κυβερνήσει τη χώρα, ονειροπολούν ακόμη τη χώρα των θαυμάτων των παιδικών παραμυθιών.

Γιατί ο στόχος δεν εξαντλείται στο να εξασφαλίσουμε το «πακέτο» χρηματοδότησης της 26ης Οκτωβρίου για να μη χρεοκοπήσουμε. Πρέπει να αποδείξουμε ότι μέχρι το 2020 μπορούμε να επιτύχουμε, τουλάχιστον, ότι το δημόσιο χρέος θα είναι βιώσιμο και θα φθάσει κοντά στο 120% του ΑΕΠ. Και ονειροπολούν όσοι πολιτικοί εκφράζονται υποτιμητικά για τον στόχο αυτόν με το κοντόφθαλμο επιχείρημα του ότι: καλά και τι θα πετύχετε το 2020, αυτό που εμείς είχαμε «επιτύχει» το 2009. Αγνοούν, οι δυστυχείς, ότι από το 2004 μέχρι το 2009, μόνον από τη μη πληρωμή των τόκων, το χρέος αυξήθηκε κατά 70 δισ. ευρώ περίπου, δηλαδή κατά 28% περίπου του ΑΕΠ.

Από την άλλη πλευρά κάποιοι θέτουν ένα άλλο ερώτημα: υπάρχουν περιθώρια άσκησης εθνικής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής που να οδηγεί τη χώρα έξω από το θανάσιμο σφιχταγκάλιασμα των επικυρίαρχων της τρόικας και να αποκαθιστά τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματά μας στην κοινωνία και στην οικονομία μας; Και ονειρεύονται έναν Μαρκεζίνη που ένα βράδυ στις 9 Απριλίου 1953, ως ευνοούμενος στην κυβέρνηση του στρατάρχη Παπάγου, υπουργός Συντονισμού, διάλεξε το σπίτι του για να ανακοινώσει, διά του ραδιοφώνου, δύο κρίσιμα για τη χώρα μέτρα: γενναία υποτίμηση της δραχμής ως προς το δολάριο που από τις 15.000 δραχμές αναπροσαρμοζόταν στις 30.000, και απελευθέρωση των εισαγωγών, με την περικοπή των τριών μηδενικών να ακολουθεί αργότερα. Ονειρεύονται εθνική κυριαρχία στις κρίσιμες δημοσιονομικές αποφάσεις, εθνική ανεξαρτησία στη λήψη αποφάσεων. Αγνοούν, όμως, ότι τότε η χώρα βρισκόταν σ’ ένα περιβάλλον απόλυτης φτώχειας, με υποδομές κατεστραμμένες από την Κατοχή και τον Εμφύλιο και μ’ ένα σχέδιο Μάρσαλ να φαντάζει ως «μάννα εξ ουρανού».

Τότε οι Αγγλοι στην αρχή μετά την απελευθέρωση και τον Εμφύλιο και οι Αμερικανοί στη συνέχεια, είχαν το δικαίωμα βέτο στην άσκηση εθνικής οικονομικής πολιτικής. Στη Νομισματική Επιτροπή που ήταν το ανώτατο όργανο χάραξης και εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής, μετείχαν, με δικαίωμα βέτο, ο Αγγλος Γκρέγκορι και ο Αμερικανός Κοστάντζο. Είχαν λόγο για όλα, για τα επιτόκια, τους μισθούς, τη νομισματική κυκλοφορία, τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας και του εμπορίου, τις εισαγωγές και εξαγωγές. Ηταν η εποχή που ο προϋπολογισμός ισοσκελιζόταν χάρη στα χρήματα της αμερικανικής βοήθειας.

Σήμερα το σκηνικό παίζεται μέσα σε μια υπερεθνική ένωση με κοινό νόμισμα, το ευρώ. Με τα ελλείμματα να πλήττουν κύρια τις χώρες του Νότου και τον Βορρά να νέμεται τεράστια εμπορικά πλεονάσματα. Η προσμονή των χωρών του Νότου ότι ο πλούσιος Βορράς θα αναγνωρίσει τη συσσώρευση αυτή πλούτου και θα θελήσει, εύκολα, να ανακατανείμει τον δημοσιονομικό πλούτο, προσκρούει σε κραυγές εθνικής περιχαράκωσης. Καταρρίπτεται έτσι ο μύθος ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση, η ευρωζώνη, μπορεί να εξελιχθεί σε μία δεύτερη Αμερική. Γιατί απλούστατα η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ονομάστηκε «σχέδιο οικοδόμησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης».

Οπως αναφέρει, χαρακτηριστικά, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jack Delors, «η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν μοιάζει καθόλου με την έννοια του κράτους που οριοθετεί με σαφήνεια τα σύνορά του, τη μορφή οργάνωσής του και τους δημοκρατικούς του κανόνες λειτουργίας: είναι ένα εργοτάξιο διαρκούς οικοδόμησης στο οποίο θα πρέπει να προσέξουμε την πινακίδα που αναγράφει: προσοχή, εργασίες σε εξέλιξη».

 

Σταύρος Γ. Καρβούνης
Ειδικός επιστήμονας στο υπουργείο Οικονομικών

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.