Ο Γιάννης Πρετεντέρης δεν μασάει τα λόγια του. Εχει μάθει να λέει δυνατά τη γνώμη του, να τη γράφει, να την υπερασπίζεται και να δέχεται τις συνέπειες. Δεν θα αλλάξει τώρα που η χώρα κλυδωνίζεται και ο Τύπος ζει ένα «τέλος εποχής».

«Οι κρίσεις γεννούν πάντα τέρατα και ευκαιρίες», λέει. «Βλέπουμε τα τέρατα, ελπίζω να δούμε και τις ευκαιρίες». Ο αρθογράφος του ΔΟΛ, στο «Βήμα» και στα «Νέα», ο σχολιαστής στο Mega, βιώνει εκ των έσω την μεγάλη αναταραχή στα μίντια. «Έχω ζήσει και πιέσεις και εκβιασμούς και εκφοβισμούς. Καμία κυβέρνηση όμως δεν διέθετε ένα συνολικό σχέδιο πολιτικού ελέγχου», επισημαίνει, προσθέτοντας ότι αυτό το σχέδιο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πετύχει πλήρως γιατί υπάρχουν αντιστάσεις. «”Ή θα υποταχθείτε ή θα σας κλείσουμε”, ήταν το τελεσίγραφο στον ΔΟΛ. Δεν υποταχθήκαμε. Και δεν μας έχουν κλείσει. Ακόμα».

– Κύριε Πρετεντέρη, νομίζω ότι ζούμε μια μεγάλη αναταραχή. Η χώρα είναι στον αέρα, η Ευρώπη πλέει σε αχαρτογράφητα νερά και ταυτοχρόνως η κρίση πλήττει τον Τύπο, το Mega, τον ΔΟΛ…

«”Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση” έλεγε ο πρόεδρος Μάο. Αλλά δεν ξέρω πόσο υπέροχο είναι μια χώρα να διαλύεται, μια Ευρώπη να κλυδωνίζεται και παραδοσιακοί πυλώνες του Τύπου και της δημοκρατίας να κινδυνεύουν. Ούτε είναι υπέροχο να βλέπεις γύρω σου ανθρώπους να παλεύουν για την επιβίωση, για τη δουλειά και την αξιοπρέπειά τους».

– Νομίζετε ότι όλα αυτά με κάποιο τρόπο συνδέονται;

«Αναμφισβήτητα. Ζούμε την εποχή των τεράτων. Οι κρίσεις γεννούν πάντα τέρατα και ευκαιρίες. Βλέπουμε τα τέρατα, ελπίζω να δούμε και τις ευκαιρίες».

– Ειδικά στον Τύπο ζούμε κάτι σαν «τέλος εποχής»…

«Συμφωνώ. Μου αρέσει να λέω πως όποιος καταφέρει να μείνει ζωντανός σε αυτή τη δοκιμασία δεν θα πεθάνει ποτέ. Ή μάλλον θα έχει ξαναγεννηθεί σε ένα νέο περιβάλλον. Υγιέστερο, ελπίζω. Αρκεί μαζί με τα βρομόνερα να μην πετάξουμε και το μωρό».

– Ποιο είναι το «μωρό»;

«Είναι η ανεξαρτησία, η ελευθερία, η ισχύς του Τύπου. Διότι ο Τύπος οφείλει να είναι ισχυρός, αν θέλει να είναι ανεξάρτητος και ελεύθερος. Ποτέ καμία κοινωνία δεν επλήγη από έναν ισχυρό Τύπο. Πολλές δημοκρατίες καταστράφηκαν όταν ο Τύπος απεδείχθη ανίσχυρος. Δεν είναι τυχαίο πως ο λαϊκισμός, από τον Τραμπ και τον Μαδούρο έως τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Λεπέν, βάζει πρώτα τον Τύπο στο στόχαστρό του. Διότι ξέρει πως αν υποτάξει τον Τύπο θα έχει υποτάξει την κοινωνία».

– Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει τέτοιο σχέδιο;

«Ακούστε. Είμαι πολλά χρόνια δημοσιογράφος και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι όλες οι κυβερνήσεις που γνώρισα προσπάθησαν να ελέγξουν ή να επηρεάσουν τον Τύπο, ακόμη και να συναλλαγούν μαζί του. Έχω ζήσει λοιπόν και πιέσεις και εκβιασμούς και εκφοβισμούς. Καμία κυβέρνηση όμως δεν διέθετε ένα συνολικό σχέδιο πολιτικού ελέγχου. Καμία δεν είχε προσδώσει στις επιδιώξεις της ιδεολογική νομιμοποιητική βάση. Καμία δεν επιστράτευσε αμφιλεγόμενες ελεγκτικές μεθόδους στο όνομα μιας αυτοπροσδιοριζόμενης νομιμότητας. Καμία δεν κατέστησε τον έλεγχο πολιτική επαγγελία. Καμία δεν στηρίχτηκε τόσο απροκάλυπτα σε έναν δημοσιογραφικό και εκδοτικό υπόκοσμο. Αυτά τα ζούμε τώρα. Τα τέρατα που σας έλεγα».

– Και το πέτυχαν αυτό το σχέδιο;

«Ακόμη όχι. Όχι πλήρως. Αλλά μην ανησυχείτε, προσπαθούν και με το παραπάνω. Ευτυχώς όμως υπάρχουν αντιστάσεις, αντιδράσεις και αντίλογος. Στον ΔΟΛ, ας πούμε, το τελεσίγραφο ήταν στυγνό. “Ή θα υποταχθείτε ή θα σας κλείσουμε”. Δεν υποταχθήκαμε. Και δεν μας έχουν κλείσει. Ακόμα…».

– Ο πρωθυπουργός, όμως, είχε προσφερθεί στη Βουλή να δώσει λύση, αν υπήρχε συναίνεση…

«Ναι βέβαια, όσο έτρεχε το τελεσίγραφο. Μόλις το τελεσίγραφο απορρίφθηκε από το σύνολο σχεδόν των συναδέλφων μου, μόλις τα σχέδια ελέγχου του ΔΟΛ ναυάγησαν, ο πρωθυπουργός ανακάλυψε ότι υπήρχε δικαστική απόφαση και δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Παρόλο που η συναίνεση της αντιπολίτευσης είχε εκδηλωθεί με σαφήνεια. Λυπάμαι, αλλά αυτό λέγεται ακρισία και υποκρισία».

– Ακρισία γιατί;

«Επειδή ένας έγκυρος και υγιής αντιπολιτευόμενος Τύπος λειτουργεί τελικά υπέρ εκείνων που αντιπολιτεύεται. Και συνεπώς υπέρ της δημοκρατίας. Στοιχειώδες. Διαφορετικά, η πολιτική κινδυνεύει να γίνει όμηρος του υποκόσμου».

– Εννοείτε ότι ο Τύπος δεν είχε προβλήματα πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ; Ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τα επινόησε για να τον ελέγξει;

«Κάθε άλλο. Ασφαλώς είχε προβλήματα. Οικονομικά, πολιτικά, επιχειρηματικά, δημοσιογραφικά, θεσμικά… Αλλά αυτό ακριβώς κάνει ο λαϊκισμός: εντοπίζει σωστά προβλήματα και δίνει στρεβλές απαντήσεις. Προφανώς, ας πούμε, υπήρχε ένα πρόβλημα ρύθμισης του τηλεοπτικού τοπίου. Όχι στο μέτρο των ανοησιών που έχουμε ακούσει, αλλά υπήρχε. Πεδίο δόξης λαμπρό. Φτιάξε Ραδιοτηλεοπτικό, καθόρισε ένα αντίτιμο, βάλε ποιοτικές προδιαγραφές, δώσε άδειες με το αζημίωτο κι άσ’ τους να κόψουν τον λαιμό τους. Δεν χρειάζονταν ούτε Ινστιτούτα Φλωρεντίας, ούτε χημικές τουαλέτες, ούτε βοσκοτόπια, ούτε “λαγοί”. Κι ακριβώς επειδή δεν χρειάζονταν για να λυθεί το πρόβλημα, φανερώνουν ότι το ζητούμενο δεν ήταν να λυθεί το πρόβλημα. Αλλά την πάτησαν. Ξέρετε ποιο είναι το αποτέλεσμα; Οτι διέλυσαν την τηλεοπτική αγορά και σήμερα η τηλεόραση δεν βλέπεται. Το τηλεοπτικό όραμα της κυβέρνησης αποτυπώνεται δυστυχώς στην ΕΡΤ. Σε μια ΣΥΡΙΖΑ ΤV. Αυτό τα λέει όλα».

– Το Mega, όμως, και ο ΔΟΛ δεν είναι θύματα της κυβέρνησης.

«Για την ακρίβεια, δεν είναι θύματα μόνο της κυβέρνησης. Έχουν μεγάλη ευθύνη και οι ιδιοκτήτες και οι τράπεζες. Έλειψε τραγικά η συνείδηση και το έρμα. Άλλοι φοβήθηκαν, άλλοι δεν άντεξαν, άλλοι μπήκαν στο νταραβέρι. Προσπάθησε να σώσει ο καθένας το τομάρι του και τους έγδαραν όλους μαζί. Αλλά μην έχετε καμία αμφιβολία: η κυβέρνηση έχει βάλει το χεράκι της μέχρι τον αγκώνα… Έστω κι αν πολλές φορές χρησιμοποίησε τις τράπεζες, τη Δικαιοσύνη και την πολιτική πίεση. Ξέρετε καμία δημοκρατία στον κόσμο όπου η κυβέρνηση να συσκέπτεται με τις τράπεζες τι θα γίνει σε ένα εκδοτικό συγκρότημα ή σε έναν ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό; Μέχρι κοτζάμ εξεταστική επιτροπή έστησαν για να μη βρουν τίποτα περισσότερο απ’ όσα ήδη ξέραμε. Εξιχνίασαν το 0,54% των κόκκινων επιχειρηματικών δανεών της Ελλάδας -σιγά τον πολυέλαιο!».

– Υπήρχε όμως προνομιακός δανεισμός…

«Να το δεχτώ. Και σπατάλη υπήρχε. Και κακοδιαχείριση. Και προκλητικός πλουτισμός. Και περίεργα νταραβέρια. Να τα καταγγείλω μαζί σας. Οι υπεύθυνοι άλλωστε διώκονται. Και η Δικαιοσύνη θα αποφασίσει, δεν είναι δική μου δουλειά. Να θυμίσω όμως ότι όλη η Ελλάδα έζησε ένα πάρτι δανεισμού τα χρόνια της φούσκας. Ούτε ο Μαρινόπουλος, ούτε η Βιομηχανία Ζάχαρης έβγαζαν εφημερίδες. Και αν δεν απατώμαι, η Ελλάδα κι ο ΔΟΛ είχαν την ίδια κατάληξη: χρεοκόπησαν. Χρειάζεται άλλη ετυμηγορία; Το αποτέλεσμα τα λέει όλα. Από την άλλη πλευρά όμως, το Μega ήταν ένα υγιέστατο μαγαζί. Ακόμη και τώρα βγάζει 3 εκατομμύρια τον μήνα χωρίς να πληρώνει τίποτα. Πάνω από 40 εκατομμύρια έχουν μαζευτεί στα δεσμευμένα ταμεία του. Και οι τράπεζες βολεύονται μια χαρά να μαζεύουν χωρίς να πληρώνουν. Είναι ή δεν είναι αυτό ένα κορυφαίο τραπεζικό σκάνδαλο; Περιέργως, στην εξεταστική δεν άκουσα τίποτα. Ούτε καν από τους μετόχους του Μega».

– Η εξήγηση είναι η κυβέρνηση;

«Μπορείτε να μου εξηγήσετε γιατί οι τράπεζες έχουν καταγγείλει τα δάνεια του Μega από τον περασμένο Μάρτιο, αλλά ακόμη δεν έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη; Ποιος τους εμποδίζει; Στον ΔΟΛ το έκαναν σε είκοσι μέρες. Δεν συνηθίζω να μιλάω τυχαία, ούτε στον αέρα. Συνήθως συμβαίνει να ξέρω περισσότερα απ’ όσα λέω, αν και τελικά καταλήγω πάντα να πω όσα έχω μάθει. Τουλάχιστον, να τα γράψω…».

– Εννοείτε ότι θα γράψετε γι’ αυτά;

«Λέτε να μην τα γράψω; Αυτή είναι η δουλειά μου. Είναι δυνατόν να μην κάνω τη δουλειά μου;».

– Πότε λοιπόν με το καλό;

«Μη βιάζεστε. Η ιστορία έχει ακόμη κεφάλαια. Δεν θα τη γράψω πριν μάθω το τέλος».

– Θεωρείτε ότι το μέλλον του ΔΟΛ έχει κριθεί;

«Θεωρώ ότι ο ΔΟΛ όπως τον ξέραμε τελείωσε. Αλλά από την κρίση μπορεί να βγει ένας νέος και υγιής δημοσιογραφικός οργανισμός. Με τις εφημερίδες του ΔΟΛ, τα μέσα του ΔΟΛ και τους ανθρώπους που υπηρετούν και αναδεικνύουν τα μέσα του ΔΟΛ. Με ένα δημοσιογραφικό DNA που ούτε έχει υπάρξει, ούτε θα υπάρξει ξανά στην Ελλάδα. Αυτά είναι η πραγματική άυλη περιουσία ενός ιστορικού δημοσιογραφικού οργανισμού, η παράδοση. Αυτή πρέπει και μπορεί να σωθεί και να συνεχίσει. Θα σας πω μια ιστορία: Όταν ο Αϊζενχάουερ πήγε στην Αγγλία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εντυπωσιάστηκε με το γκαζόν. “Μα πώς έχετε τόσο ωραίο γκαζόν;” ρώτησε τον Τσώρτσιλ. “Δεν είναι τίποτα. Το φυτεύουμε και το ποτίζουμε διακόσια χρόνια!” του απάντησε ο Τσώρτσιλ. Δεν είναι τίποτα, λοιπόν. Κι εμείς στον ΔΟΛ βγάζουμε εκατό χρόνια εφημερίδες. Θέλω να σας πω μάλιστα ότι όλους αυτούς τους μήνες “οι άνθρωποι του ΔΟΛ” με έχουν κάνει να αισθάνομαι υπερήφανος που είμαι ένας από αυτούς. Δίνουν την μάχη με αξιοπρέπεια, αυταπάρνηση, σοβαρότητα, επαγγελματισμό, αίσθηση της Ιστορίας και του επίδικου που υπηρετούν. Είναι ό,τι πιο ωραίο έχω ζήσει στη δημοσιογραφική ζωή μου».

– Έχετε επαγγελματικά σχέδια αυτήν τη στιγμή;

«Αυτήν τη στιγμή έχουμε απλωμένο τραχανά. Θα δω στο τέλος. Ξέρετε ότι ουδέποτε υπήρξα γυρολόγος στη δημοσιογραφία, τη ζωή ή την πολιτική. Ούτε σαλταδόρος. Όπως δεν αλλάζω αρχές, φίλους κι ομάδα, έτσι δεν περιφέρομαι εύκολα και σε εφημερίδες ή τηλεοράσεις. Όσο μπορώ φυσικά εκεί που βρίσκομαι να κάνω τη δουλειά μου με όρους ελευθερίας και ανεξαρτησίας, με εχέγγυα επαγγελματισμού».

– Αυτά τα έχετε ακόμη;

«Να σας πω κάτι: Τόσα χρόνια δημοσιογράφος, κανείς δεν με υποχρέωσε ποτέ να γράψω ή να μη γράψω, να πω ή να μην πω. Η ευθύνη όσων διαβάζει ή ακούει ο κόσμος από εμένα είναι δική μου. Με λάθη ίσως, αλλά είναι τα δικά μου λάθη. Κάτι μικρές απόπειρες επηρεασμού ήταν άνευ σημασίας και άνευ αποτελέσματος. Αποκλείεται λοιπόν να αλλάξω τώρα. “Στα γέρικα σκυλιά δεν μπορείς να μάθεις καινούργια κόλπα”, λένε οι Άγγλοι».

– Θεωρείτε, λοιπόν, ότι βρεθήκατε αδίκως στο στόχαστρο πολλών επικρίσεων; Για το Μνημόνιο, για τον ΣΥΡΙΖΑ, για το Μega…

«Όπως έχω δικαίωμα να κρίνω, άλλο τόσο έχουν δικαίωμα να με κρίνουν. Οι βρισιές δεν με ενδιαφέρουν. Όσο για τις απόψεις, είμαι οπαδός του Κλιντ Ίστγουντ, που έλεγε ότι “οι απόψεις είναι σαν τις κωλοτρυπίδες, ο καθένας έχει κι από μία”.  Ο καθένας μπορεί να λέει το μακρύ του και το κοντό του. Απλώς, ουδέποτε πίστεψα ότι δημοσιογραφία σημαίνει να εκφράζεις το λαϊκό αίσθημα ή να παρηγορείς τον κόσμο. Να καταριέσαι το Μνημόνιο, τον Σόιμπλε ή το ΔΝΤ χωρίς να καταλαβαίνεις καν τι λένε. Να φωνάζεις όσα θέλει να ακούσει ο αναγνώστης ή ο ακροατής σου. Να παίζεις τον προστάτη των λαϊκών συμφερόντων. Δημοσιογραφία είναι να παρουσιάζεις και να ερμηνεύεις την πραγματικότητα, όσο σκληρή ή αντιπαθητική κι αν είναι. Κρίνεσαι από την ορθότητα της ερμηνείας, όχι από τη λαϊκή υποστήριξη που θα εξασφαλίσεις στο πρόσωπό σου».

– Μήπως, όμως, αυτό το είδος της δημοσιογραφίας έχει ξεπεραστεί; Μήπως ο κόσμος αναζητά στα πρόσωπα των δημοσιογράφων έναν εκφραστή των συναισθημάτων του;

«Κάποιος κόσμος ασφαλώς. Αλλά δεν με ενδιαφέρει να εκφράζω τον ανορθολογισμό του κόσμου. Είμαι πολύ ορθολογιστής για κάτι τέτοιο. Για το καραγκιοζιλίκι αρμόδιοι είναι οι σαλτιμπάγκοι, όχι οι δημοσιογράφοι. Και πάντως όχι εγώ».

iefimerida

 

loading…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.