Στο εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2013, οι πωλήσεις φέτας, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υποχώρησαν 4,6% σε όγκο και 4,2% σε αξία. Την ίδια στιγμή, αύξηση καταγράφουν οι πωλήσεις «ευρωπαϊκών» τυριών

Ποιος θα το έλεγε λίγα χρόνια νωρίτερα ότι θα ερχόταν η μέρα όπου οι Έλληνες θα περιόριζαν την κατανάλωση φέτας; Κι όμως, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, από τη μία, και η αλλαγή του διατροφικού μοντέλου που περνάει από πιο ελαφριά και πιο ευρωπαϊκά προϊόντα, από την άλλη, έχουν οδηγήσει σε υποχώρηση της κατανάλωσης ενός εμβληματικού για την ελληνική αγορά και παραγωγή προϊόντος.

Για του λόγου το αληθές, στο εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2013, οι πωλήσεις φέτας, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υποχώρησαν 4,6% σε όγκο και 4,2% σε αξία, όταν η συνολική αγορά τυροκομικών προϊόντων μειώθηκε μόλις 1,1% σε όγκο και 0,5% σε αξία. Η πτώση της κατανάλωσης στη φέτα αγγίζει το 8,7% σε όγκο και το 8,3% σε αξία σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο εξάμηνο.

Και σε αυτήν την κατηγορία τα μόνα προϊόντα που αντιστάθηκαν στην πτώση ήταν τα ευρωπαϊκά. Τη στιγμή λοιπόν που η φέτα χάνει μήνα με τον μήνα, χρόνο με τον χρόνο, τζίρο και μερίδια, οι πωλήσεις τσένταρ στο εξάμηνο αυξήθηκαν 49%, η γκούντα αύξησε τις πωλήσεις της στην Ελλάδα 5,8%, το ρεγκάτο ανήλθε στο +3,5%, η γκοργκοντζόλα στο +14%, η ρικότα στο +5,5%, ενώ οριακή ήταν η πτώση κατά 0,3% στις πωλήσεις της παρμεζάνας.

Μπορεί οι όγκοι πωλήσεων κάποιων εξ αυτών των τυροκομικών προϊόντων να μην είναι μεγάλοι, ωστόσο η τάση που αποτυπώνεται στις πωλήσεις είναι ότι αρκετά εισαγόμενα τυροκομικά προϊόντα ανακτούν τις προ κρίσης θέσεις τους στην αγορά αυξάνοντας τις πωλήσεις τους μήνα με τον μήνα.

Την ώρα λοιπόν που η στήριξη της ελληνικής παραγωγής και των ελληνικών προϊόντων έχει γίνει σημαία για αρκετές καταναλωτικές οργανώσεις, εταιρείες και φορείς κι οι Έλληνες καταναλωτές στις έρευνες εμφανίζονται πρόθυμοι να ενισχύσουν την τοπική παραγωγή αγοράζοντας ελληνικά προϊόντα, στην πράξη αυτό απλώς δεν έχει το αντίκρισμα που θα επιθυμούσαν οι παραγωγοί και οι εταιρείες του κλάδου.

Η εξέλιξη αυτή άλλωστε επιβεβαιώνει με τον πιο επίσημο τρόπο (στοιχεία και εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς) ότι ο καταναλωτικός πατριωτισμός των Ελλήνων περιορίζεται στα χαρτιά, στις έρευνες και στις προθέσεις και δεν μεταφέρεται στο ταμείο, στο καλάθι και στο ψυγείο τους.

Και να φανταστεί κανείς ότι για την πατρότητα της φέτας χύθηκε πολύ γάλα, έγιναν ομηρικοί καυγάδες στις Βρυξέλλες και δικαστικές διαμάχες στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και έχει αναγνωρισθεί από την Ε.Ε. ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προέρχεται από συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας, από ελληνικά ζώα). Ως εκ τούτου, οι εταιρείες δεν χρειάζεται να βάλουν πάνω της σημαιάκια ή το ελληνικό σήμα το οποίο ετοιμάζει εδώ και πάνω από μία διετία η ελληνική πολιτεία.

Ο καταναλωτικός «εξευρωπαϊσμός» της ελληνικής κοινωνίας, ακόμη και στα τυροκομικά προϊόντα, όπου η χώρα διαθέτει πληθώρα ειδών ανώτερης ποιότητας δεν είναι καινούργιος. Τα τελευταία χρόνια, όλοι γίναμε θεατές και… κοινωνοί της στροφής της κατανάλωσης από τα ντόπια τυροκομικά προϊόντα (και όχι μόνο) στα ευρωπαϊκά, και δη στα ιταλικά, όπως η παρμεζάνα, η γκοργκοντζόλα, η μοτσαρέλα κ.ά.

Ακόμη και το κράτος (υπουργείο Τουρισμού) στο εγχειρίδιο για τον Κοινωνικό Τουρισμό, εν έτει 2010, δηλαδή όταν είχαμε περάσει για τα καλά το κατώφλι της τρόικας, φρόντισε να προμοτάρει μέσα από ένα επίσημο έγγραφο την παρμεζάνα και όχι κάποιο ελληνικό τυρί για τα μακαρόνια όπως είναι π.χ. η κεφαλογραβιέρα! Και μιας ο λόγος για την κεφαλογραβιέρα, η πτώση των πωλήσεων σε όγκο στο εξάμηνο άγγιξε το 7,9%.

Αλεξάνδρα Γκίτση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.