Διαγκωνίζονται τις τελευταίες ημέρες δύο από τις τρεις εξουσίες – η νομοθετική και η δικαστική – για το ποια έχει τα πρωτεία. Επιδιαιτητής μεταξύ των δύο, εμφανίζεται η τρίτη εξουσία (η εκτελεστική), μέγας επιβήτορας όλων των υπολοίπων (και του λαού που υποτίθεται ότι αποτελεί την υπέρτατη εξουσία).
Χωρίς αμφιβολία, και πάλι ο λύκος φυλάει τα πρόβατα. Ζωντανεύει η ιστορία του ξιφία (εκτελεστική εξουσία) που συνηθίζει να τίθεται επικεφαλής κοπαδιού σολομών. Όποτε πεινάει (ο ξιφίας) κάνει μια στροφή, εισχωρεί στο κοπάδι, καταβροχθίζει έναν σολομό και επιστρέφει στην κορυφή της πομπής συνεχίζοντας να ηγείται των μελλοθανάτων σολομών. Οι οποίοι τον ακολουθούν (τον ξιφία) πειθήνια και στο ενδιάμεσο των γευμάτων του, τσακώνονται μεταξύ τους για το ποιος θα βρεθεί πιο κοντά στον ηγέτη.
Οι τελευταίες ανακοινώσεις (των δικαστών) και δηλώσεις (του υπουργού Δικαιοσύνης), κατά τις οποίες οι μεν καλούν τον δε και ο δε καλεί τους μεν «να κατανοήσουν» τα περί πρωτείων, παραθέτοντας διάφορα επιχειρήματα περί διάκρισης των εξουσιών και λαϊκής κυριαρχίας όπως αυτή εκφράζεται δια του κοινοβουλίου, καταδεικνύουν μια σκληρή πραγματικότητα: Ότι όλοι τους δεν έχουν κατανοήσει πως ο λαός δεν δίνει πλέον δεκάρα για το ποιος έχει τα πρωτεία.
Οι μεν δικαστές επιμένουν στην κατά Μοντεσκιέ διάκριση των εξουσιών, η οποία όμως εξυπηρέτησε συγκεκριμένες ανάγκες συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου και έκτοτε αγνοείται η τύχη της. Πολύ αργά την θυμήθηκαν οι δικαστές την διάκριση των εξουσιών. Η οποία απλώς ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Έχει καταργηθεί από τον ίδιο τον τρόπο επιλογής και διορισμού τους από την εκτελεστική εξουσία.
Διάκριση εξουσιών υπάρχει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι δικαστές εκλέγονται. Εδώ υπάρχει (και μόνο) εκτελεστική εξουσία – όπως άλλωστε σε όλες τις μπανανίες του κόσμου.
Ο δε υπουργός επιμένει ότι κατά το Σύνταγμα η πρώτη εξουσία είναι η νομοθετική. Ενώ το γνωρίζει πως αυτό ΔΕΝ ΙΣΧΥΕΙ. Η νομοθετική εξουσία υπάρχει για καθαρά διακοσμητικούς λόγους, καθώς οι εκπρόσωποι του λαού καλούνται να ψηφίζουν ό,τι κατέβει στο μυαλό της εκτελεστικής εξουσίας, διαφορετικά πέφτει η κυβέρνηση την οποία στηρίζουν και τρέχουν να ξαναμαζέψουν σταυρούς για να εξασφαλίσουν το έδρανό τους.
Μερικές φωνές που κατά καιρούς βάζουν οι βουλευτές, καταλήγουν στην κοροϊδία των αμοιβαίων εξηγήσεων και στο τέλος – καμιά φορά με μερικές διορθώσεις που δεν αλλάζουν την ουσία – ψηφίζουν μια χαρά και τελειώνει το πανηγύρι.
Πρέπει, λοιπόν, πάνω απ’ όλα να κατανοήσουν όλοι ότι στις μπανανίες η πρώτη εξουσία είναι η εκτελεστική. Κι’ όταν λέμε εκτελεστική εξουσία, εννοούμε συνήθως τον πρωθυπουργό και τους πολύ στενούς συνεργάτες του – ακόμη κι’ αν δεν έχουν καν εκλεγεί βουλευτές.
Επομένως, προς τι τόσο πάθος και τόση τυπολατρία; Τα πράγματα είναι απλά.
Για ποιο λόγο ξεσηκώθηκε τόσος θόρυβος επειδή ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αρνήθηκαν να εμφανιστούν ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για να (ξανα)συζητήσουν τα προβλήματα διοίκησης και λειτουργίας της Δικαιοσύνης και του σωφρονιστικού συστήματος; Θυμίζω ότι και τον Ιούνιο του 2007 ο τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου είχε αποκαλέσει θεσμικό ατόπημα την πρόσκλησή του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Η αλήθεια είναι πως ο θόρυβος ξεσηκώθηκε και αυτή τη φορά για τον λάθος λόγο. Επιφανειακά, οι μεν ανώτατοι δικαστές αποφάσισαν να μην πάνε επειδή η πρόσκληση δεν έγινε με τον προσήκοντα τρόπο – δηλαδή από τον ομόβαθμό τους Πρόεδρο της Βουλής. Και ο δε υπουργός αισθάνθηκε να τον πνίγει το δίκιο του, επειδή, λέει, με αυτόν τον τρόπο προσεβλήθη η νομοθετική εξουσία, που βρίσκεται (στα λόγια, για να μην ξεχνιόμαστε) υπεράνω όλων.
Για όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, το θέμα είναι πολύ πιο απλό. Η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας πρέπει να συνεδριάζει δυο φορές τον μήνα. Την μια φορά καλούν τον έναν, την άλλη τον άλλον, στο τέλος ετοιμάζεται μια έκθεση με τις διαπιστώσεις της για την κατάσταση των θεσμών στη χώρα και η έκθεση αυτή τοποθετείται επιμπελώς πάνω από την προηγούμενη.
Είναι άγνωστος ο αριθμός των εκθέσεων της συγκεκριμένης Επιτροπής που κοιμούνται στα συρτάρια της Βουλής. Οπότε, ας μην στενοχωρούνται οι δικαστές. Δεν υποβαθμίζεται η δική τους εξουσία. Η νομοθετική εξουσία υποβαθμίζεται, αφού ουδείς λαμβάνει σοβαρά τα αποτελέσματα των συνεδριάσεών της.
Έπρεπε πια να το ξέρουν. Τουλάχιστον μια συνεδρίαση τον χρόνο της συγκεκριμένης αυτής Επιτροπής τους… ανήκει. Οφείλουν κι’ αυτοί να πάρουν μέρος στο θέατρο, αν θέλουν να σώσουν τα προσχήματα της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Αν δεν πηγαίνει την μία ο ένας και την άλλη ο άλλος, θα κλείσει το Κοινοβούλιο.
Άλλωστε, πρέπει πια να έχουν συνηθίσει. Κάθε τόσο τσακώνονται με την εκτελεστική εξουσία που κηδεμονεύει και εξουσιάζει την νομοθετική, πολύ περισσότερο από όσο εξουσιάζει την δικαστική.
Έχει πια γίνει έθιμο, τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο, στις γενικές τους συνελεύσεις, αλλά και σε διάφορα συνέδρια και με αφορμή διάφορες υποθέσεις, οι άμεμπτοι και άμωμοι εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας να ρίχνουν τα βάρη στην δικαστική. Παραδοσιακά πλέον οι δικαστές απαντούν ότι αυτοί απλώς εφαρμόζουν τους νόμους, τους οποίους ετοιμάζει η κυβέρνηση και υποχρεώνει τους βουλευτές να τους ψηφίζουν και η αυλαία πέφτει μέχρι την επόμενη παράσταση.
Έχει πλάκα. Ο κ. Καστανίδης στα τέλη του Μαρτίου έστειλε επιστολή στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για να απαντήσει στις κατηγορίες των δικαστικών, που δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν ότι οι πολιτικοί φέρουν στο ακέραιο την ευθύνη για την ατιμωρησία και το κουκούλωμα διαφόρων υποθέσεων.
Σ’ εκείνη την επιστολή του, ο κ. Καστανίδης αναγνώριζε (δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά) πως δεν ευθύνονται οι δικαστές για τους άθλιους νόμους που οδηγούν στην παραγραφή. Επικαλείτο μάλιστα (και αυτός) το κλείσιμο της Βουλής για την παραγραφή υποθέσεων – ενώ γνωρίζει πολύ καλά πως είτε έκλεινε η Βουλή, είτε όχι δεν επρόκειτο να τιμωρηθεί κανείς. Και ενώ γνωρίζει πως ούτε για το κλείσιμο της Βουλής φταίνε οι δικαστές.
Έλεγε, όμως, και κάτι άλλο ο κ. Καστανίδης σ’ εκείνη την επιστολή, εγκαλώντας γι’ αυτό τους δικαστές. Ότι στις υποθέσεις αυτές εμπλέκονταν και άλλα μη πολιτικά πρόσωπα, τα οποία επίσης δεν υπέστησαν καμιά συνέπεια.
Ώστε έτσι!. Καλά κάνουμε εμείς και δεν δικαζόμαστε λόγω του νόμου περί ευθύνης υπουργών, αλλά εσείς γιατί δεν χώνετε στη φυλακή όλους τους άλλους (τα ενεργούμενά μας δηλαδή), ώστε να μην μας κατηγορούν εμάς τους πολιτικούς ότι δεν πάει κανείς φυλακή.
Ωραία δουλειά! Ε, όχι, κ. υπουργέ. Όσο δεν πάει ούτε ένας πολιτικός στην φυλακή, δεν πρέπει να πάει ούτε ένας πολίτης – ακόμη και ο χειρότερος εγκληματίας. Και πολύ σωστά πράττουν οι δικαστές. Διαπιστώνουν κάθε φορά ότι τα μεγάλα ψάρια την έχουν γλιτώσει και δεν αισθάνονται ότι μπορούν να στείλουν στη φυλακή την αθερίνα.
Έτσι, έγινε και στην υπόθεση του Χρηματιστηρίου και της (αγίας, βεβαίως, βεβαίως) ΔΕΚΑ. Την είχαν γλιτώσει όλοι όσοι έβγαιναν από τα υπουργικά συμβούλια για να παίρνουν εσωτερική πληροφόρηση στο κινητό τους και έμειναν να δικάζονται και να ξαναδικάζονται – χωρίς κανένα αποτέλεσμα, βέβαια – οι συνεργάτες τους, που δεν ήσαν πολιτικά πρόσωπα.
Αλλά ας μην διαμαρτύρονται και οι δικαστές. Δεν πάνε στη Βουλή (βοηθώντας και την συγκεκριμένη Επιτροπή να δικαιολογήσει την ύπαρξή της), αλλά δέχθηκαν την πρόσκληση του εκφραστή της εκτελεστικής εξουσίας, του πρωθυπουργού, που τον Μάρτιο του 2010 τους χρησιμοποίησε σε ένα από τα αλήστου μνήμης live υπουργικά του συμβούλια.
Ας μην διαμαρτύρονται διότι πολλοί συνάδελφοί τους έχουν κατά καιρούς δεχθεί να τοποθετηθούν (από την εκτελεστική εξουσία, βεβαίως) σε ανώτατες θέσεις, αν και γνώριζαν πως παρακάμπτουν συναδέλφους τους στην επετηρίδα.
Ας μην διαμαρτύρονται, διότι σε ουκ ολίγες περιπτώσεις δέχθηκαν τις επιθέσεις της  εκτελεστικής εξουσίας χωρίς να τα κλείσουν όλα και να τους αφήσουν χωρίς Δικαιοσύνη.
Ας μην διαμαρτύρονται, διότι τον Ιούνιο του 2003 η Ολομέλεια Εφετών αποφάσισε να μην ανατεθεί σε εφέτη – ανακριτή η υπόθεση του Χρηματιστηρίου, οπότε και ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης και σημερινός «ομόβαθμός τους» είχε αποφανθεί: Σήμερα η Δικαιοσύνη μίλησε και έλαβε την απόφασή της ανεπηρέαστα.  Και τον Νοέμβριο του 2004, ο τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου είχε συγκαλέσει την Ολομέλεια για την «παρέμβαση» του υπουργού Δικαιοσύνης που είχε ζητήσει από τον τότε εισαγγελέα του ΑΠ να παραγγείλει άσκηση έφεση κατά του απαλλακτικού βουλεύματος για το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου.
Και βέβαια, υπήρξε (το 2005) και η υπόθεση των δικαστών που κατά εκατοντάδες είχαν παραβιάσει τον νόμο περί πόθεν έσχες. Μάλιστα (τον Ιανουάριο του 2006), οι συνδικαλιστές τους είχαν ζητήσει νομοθετική παρέμβαση (αμνηστία δηλαδή) για να παύσουν οι διώξεις των δικαστών που δεν είχαν υποβάλει δηλώσεις του πόθεν έσχες «από αμέλεια».
Απίθανα πράγματα. Οι άνθρωποι που προσπαθούν να επιβάλουν το δόγμα «άγνοια νόμου απαγορεύεται», δεν είχαν εφαρμόσει οι ίδιοι τον νόμο και ζητούσαν να αθωωθούν. Σωστά. Γιατί μόλις προχθές αθώωσαν για τον ίδιο λόγο (την παραβίαση του νόμου περί πόθεν έσχες) έναν πρώην συνάδελφό τους, τον καταδικασθέντα σε κάθειρξη δώδεκα ετών για συμμετοχή στο παραδικαστικό, Ευάγγελο Καλούση.
Με την υπόθεση της μη υποβολής της δήλωσης πόθεν έσχες είχε γίνει χαμός. Όταν δεν έγινε αποδεκτή η αμνηστία, ζητήθηκε επιείκεια. Και όταν ούτε αυτό έγινε δεκτό, ο τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου απηύθυνε έκκληση στους παραβάτες να καταθέσουν τις δηλώσεις έστω και εκπρόθεσμα, διαφορετικά έπρεπε να τεθούν σε αργία 440 άτομα.
Μετά, άρχισαν οι απαλλαγές. Τον Απρίλιο του 2006 απηλλάγησαν 71 δικαστικοί, καθώς το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου δεν έστερξε (από συναδελφική αλληλεγγύη) να τους θέσει σε αργία. Στο μεταξύ, είχαν ήδη απαλλαγεί άλλοι 31. Στα μαλακά έπεσε και ο Καλούσης (που προχθές δικαιώθηκε πανηγυρικά). Κρίθηκε ένοχος μόνο για το αδίκημα της δωροδοκίας , οπότε του επιβλήθηκε ποινή με αναστολή.
Τον Μάιο του 2006 απηλλάγησαν άλλοι 150 δικαστικοί για μη υποβολή δήλωσης πόθεν έσχες, ανεβάζοντας τους απαλλαγέντες σε 230, ενώ μόνο 4 τέθηκαν σε αργία! Τι μου λέτε τώρα; Μια χαρά ανεξάρτητη είναι η Δικαιοσύνη.
Μετά, άρχισαν τα όργανα του παραδικαστικού. Άλλη περιπέτεια και εκείνη.  Και μόλις, λίγους μήνες μετά, υποχώρησε ο θόρυβος, άρχισαν οι συναδελφικές εκπτώσεις στα πειθαρχικά όργανα. Με πανηγυρική αθώωση (πλειοψηφία έξι έναντι ενός) από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου του δικαστή που κατηγορείτο για ευνοϊκή μεταχείριση του Γιοσάκη (άλλου μεγάλου αθωωθέντος).
Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2006 βρίσκονταν όλοι έξω από τα κάγκελα – Μπουρμπούλια, Γιοσάκης, δικηγόροι, οι πάντες, πλην Καλούση (που όπως είπαμε δικαιώθηκε προχθές). Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2007 είχε αθωωθεί και ο πρώην αντιπρόεδρος του ΑΠ με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Για να μην θυμηθούμε και κάτι δικαστές με ράσα που προσκυνούσαν τον Εφραίμ.

Δεν μπαίνω στις υποθέσεις Ζήμενς, ομολόγων κλπ., διότι εκεί την βασική ευθύνη την έχει η εκτελεστική εξουσία. Η οποία εκτελεστική εξουσία αποτελεί την  πηγή όλων των δεινών. Είναι η πρώτη που προσβάλλει τους δημοκρατικούς θεσμούς, η πρώτη που υποβαθμίζει την ποιότητα της Δημοκρατίας, της οποίας δήθεν αναλαμβάνει την υπεράσπιση.
Γι’ αυτό σας λέω, αγαπητές κυρίες εξουσίες. Αφήστε μας στον πόνο μας (μέρα που είναι σήμερα, 21 Απριλίου) και σταματήστε να καυγαδίζετε για τιμάρια ανύπαρκτης εξουσίας. Ο σεβασμός κερδίζεται στην πράξη. Και σήμερα στη χώρα πράξη είναι μόνο η εφαρμογή του Μνημονίου.

 

Σοφία Βούλτεψη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.