Εκπαιδευτικά αντικείμενα που δεν έχουν ζήτηση στην αγορά εργασίας παρακολουθούν σχεδόν οι μισοί Ελληνες πτυχιούχοι, με αποτέλεσμα σχεδόν οκτώ στους δέκα εργοδότες να μην μπορούν να βρουν εργαζόμενους με τα κατάλληλα προσόντα.

Τις στρεβλώσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα και την έλλειψη διασύνδεσης των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας αναδεικνύει μελέτη που εκπονήθηκε με τη συνεργασία της Ernst &Young, του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Endeavor Greece.

Η μελέτη κατέγραψε τα στοιχεία επιχειρήσεων για την έναρξη και διακοπή λειτουργίας κατά την περίοδο της κρίσης, διαπιστώνοντας ότι, με εξαίρεση τον τουρισμό, η επιχειρηματικότητα δεν έχει ακόμη στραφεί στους κλάδους εκείνους που παρουσιάζουν πραγματικές ευκαιρίες ανάπτυξης και εξωστρέφειας.

Κρίσιμοι κλάδοι, όπως η παραγωγή τροφίμων, η ενέργεια και η έρευνα, παρουσιάζουν σημαντική μείωση μεταξύ 2012 και 2016 και έντονα αρνητικό ισοζύγιο το 2016.

Αντίθετα, πρώτη επιλογή των νέων επιχειρηματιών παραμένει ο κατ’ εξοχήν εσωστρεφής κλάδος της εστίασης.

Τα συμπεράσματα της έρευνας είναι εντυπωσιακά και δείχνουν την αναντιστοιχία των προσφερόμενων δεξιοτήτων με τις ανάγκες της αγοράς. Ειδικότερα:

  • Παρά τα πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, οι περισσότεροι εργοδότες δηλώνουν δυσκολία να βρουν το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για να καλύψουν συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης.
  • Ενώ ο χάρτης της απασχόλησης μεταβάλλεται δραστικά, τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων δεν προσαρμόζονται γρήγορα, με εξαίρεση τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
  • Το 53% των αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων παρακολουθούν αντικείμενα σπουδών που δεν συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας.
  • Αναντιστοιχία των προσφερόμενων δεξιοτήτων με τις ανάγκες της αγοράς, γνώσεις που δεν προσαρμόζονται στις εξελίξεις και απουσία soft skills προβληματίζουν τις επιχειρήσεις.
  • Ανεπαρκή επαγγελματικό προσανατολισμό, έλλειψη οργανωμένης πληροφόρησης, αδιαφορία από επιχειρήσεις και ΑΕΙ «βλέπουν» οι φοιτητές.
  • Οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν στρέφονται με τον αναγκαίο ρυθμό στους εξαγωγικούς κλάδους που η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα, αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες και επενδύοντας στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Από την πλευρά του, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν εξασφαλίζει στους νέους τις δεξιότητες εκείνες που επιβάλλουν οι σύγχρονες τάσεις της διεθνούς οικονομίας και οι σημερινές αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας.

Μόνο αν η επιχειρηματική και εκπαιδευτική κοινότητα συντονίσουν τον βηματισμό τους για να οδηγήσουν την οικονομία στο νέο αναπτυξιακό μοντέλο, σύμφωνα και με το παράδειγμα μιας σειράς από βέλτιστες πρακτικές, θα μπορέσει η χώρα να οδηγηθεί σε ουσιαστική και βιώσιμη ανάπτυξη.

Οι κλάδοι σπουδών

Σχεδόν δύο στους πέντε φοιτητές σήμερα φοιτούν σε τρεις βασικές γενικές κατευθύνσεις (ανθρωπιστικές επιστήμες, κοινωνικές επιστήμες & επιστήμες της συμπεριφοράς, επιστήμες εκπαίδευσης & κατάρτισης των διδασκόντων), οι οποίες, παρά την αδιαμφισβήτητη αξία τους, δεν είναι αυτές που κατ’ εξοχήν χρειάζεται σήμερα η αγορά εργασίας.

Την ίδια ώρα, σε έναν τομέα αιχμής, όπως η πληροφορική, κατευθύνεται μόνο το 4% των φοιτητών, παρά την ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση ειδικών στην Ελλάδα και την πρόβλεψη για 750.000 κενές θέσεις εργασίας στην Ευρώπη έως το 2020.

Στο γράφημα αποτυπώνεται η κατανομή φοιτητών ανά τομέα σπουδών στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ενωση:

Στη μελέτη, καταγράφονται 30 βέλτιστες πρακτικές που ήδη υλοποιούνται, αποδεικνύοντας ότι και στην Ελλάδα μπορούμε να συνδέσουμε το εκπαιδευτικό σύστημα με το επιχειρείν, με στόχο τις αναπτυξιακές προοπτικές. Οι βέλτιστες αυτές πρακτικές μπορούν να αξιοποιηθούν ως οδηγός για να επεκταθούν συστηματικά στο ευρύτερο φάσμα της εκπαίδευσης και του επιχειρείν.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η μελέτη καταλήγει σε μια δέσμη προτάσεων για την ευθυγράμμιση των γνώσεων και δεξιοτήτων των εργαζομένων με τις ανάγκες της αγοράς. Οι βασικές προτάσεις, οι οποίες απευθύνονται στην Πολιτεία, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και την επιχειρηματική κοινότητα, είναι οι ακόλουθες:

– Ριζική επανειδίκευση σε ειδικότητες με υψηλά ποσοστά ανεργίας, αλλά και καθιέρωση παρόμοιων προγραμμάτων για στελέχη εταιρειών.

– Διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής για τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την απασχόληση. Επανασχεδιασμός πανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών, με έμφαση στην αγορά εργασίας.

– Οργάνωση μεταπτυχιακών προγραμμάτων, με έμφαση σε νέες ή/και υβριδικές ειδικότητες.

– Ενίσχυση των μαθημάτων επαγγελματικού προσανατολισμού στη μέση εκπαίδευση.

-Αναβάθμιση και καθιέρωση ως υποχρεωτικής της πρακτικής άσκησης για φοιτητές σε επιχειρήσεις τόσο της Ελλάδας, όσο και του εξωτερικού, και κοινωνικούς φορείς/οργανισμούς.

– Καθιέρωση εθνικού προγράμματος Erasmus.

– Παροχή κινήτρων επαναπατρισμού επιτυχημένων επαγγελματιών από το εξωτερικό.

-Οργάνωση πανεπιστημιακών καλοκαιρινών σχολείων για μαθητές Λυκείου.

– Λειτουργία στην Ελλάδα διεθνών κέντρων εκπαίδευσης σε τομείς στρατηγικής σημασίας (πχ τουρισμός, ναυτιλία, αγροτική παραγωγή).

Παρουσιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης, οι κκ. Παναγιώτης Παπάζογλου, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος, Γεώργιος Δουκίδης, επιστημονικός υπεύθυνος ACEin του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Χάρης Μακρυνιώτης, διευθύνων σύμβουλος της Endeavor Greece, τόνισαν:

«Η ελληνική οικονομία πρέπει να επανέλθει το ταχύτερο σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας. Μεταξύ των προϋποθέσεων για να συμβεί αυτό, είναι και η ευθυγράμμιση της επιχειρηματικής κοινότητας και του εκπαιδευτικού συστήματος με τις απαιτήσεις του νέου αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας. Αυτό απαιτεί ριζικό επανασχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών και της κατανομής των φοιτητών, αποτελεσματικά προγράμματα επανειδίκευσης και μια σειρά από κοινές δράσεις επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και Πολιτείας».

iefimerida

loading…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.