Η έλλειψη ρευστότητας είναι κάτι παραπάνω από εμφανής και στον αγροτικό τομέα της χώρας με αποτέλεσμα να κινδυνεύει με κατάρρευση το τελευταίο «οχυρό» της εθνικής οικονομίας.

Συγκεκριμένα η κατάσταση είναι δραματική στους κτηνοτρόφους οι οποίοι όντας απλήρωτοι από τις γαλακτοβιομηχανίες και αυτές με τη σειρά τους από τα Σ/Μ που δουλεύουν με μεταχρονολογημένες επιταγές, αδυνατούν να διασφαλίσουν ζωοτροφές. Τα κοπάδια υποσιτίζονται και τα ζώα έχουν μειωμένη απόδοση σε γάλα δημιουργώντας έλλειψη σε βασικά καταναλωτικά αγαθά όπως το γάλα, το γιαούρτι και η φέτα.

Οι κτηνοτρόφοι ορεινών και μειονεκτικών περιοχών που είδαν τις εξισωτικές αποζημιώσεις να περικόπτονται κατά 50 εκατ. ευρώ, αδυνατούν να μετακινήσουν τα κοπάδια τους στα ορεινά, όπως το συνηθίζουν κάθε καλοκαίρι, ενώ αγελαδοτρόφοι και χοιροτρόφοι «βουτηγμένοι μέχρι το λαιμό στα χρέη» αδυνατούν να προβούν σε προμήθειες για τη συντήρηση του ζωικού τους κεφαλαίου.

Εξίσου δραματική είναι η κατάσταση στον κάμπο όπου σε τρεις εβδομάδες ξεκινά ο αλωνισμός των χειμερινών σιτηρών, χωρίς οι αγρότες να γνωρίζουν αν θα βγουν οι έμποροι στα αλώνια για να δώσουν τιμές. Στα σιτηρά πάντως η αγορά αναμένεται να διαμορφωθεί ευνοϊκά καθώς υπάρχει έλλειψη λόγω της παρατεταμένης ανομβρίας στην κεντρική Ευρώπη. Αν δεν υπήρχε το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας στην ελληνική οικονομία οι αγρότες θα έπρεπε να αναμένουν τιμές μέχρι και 25 λεπτά στο κιλό, ωστόσο η κρίση είναι παγκόσμια και ουδείς γνωρίζει πως θα διαμορφώσουν οι brokers στο χρηματιστήριο του Σικάγου την τιμή bussel που είναι η βάση για το μαλακό σιτάρι στις διεθνείς αγορές.

Ένα άλλο πρόβλημα για το ελληνικό σιτάρι (κυρίως σκληρό) είναι ότι απευθύνεται κυρίως στην ιταλική αγορά και στις χώρες της Β. Αφρικής όπου η οικονομική κρίση επίσης δημιουργεί προβλήματα στις εισαγωγές. Φέτος παρατηρήθηκε μία αύξηση στην καλλιέργεια σιτηρών στη χώρα κατά 15 έως 20% με ευνοημένες τις καλλιέργειες μαλακού (όπου η χώρα είναι ελλειμματική) και κριθαριού, ενώ αντίθετα έχουμε μείωση στη βαμβακοκαλλιέργεια. Σε γενικές γραμμές ένα ποσοστό εκτάσεων 10% στο θεσσαλικό κάμπο και περίπου 15% πανελλαδικά έμειναν ακαλλιέργητες λόγω έλλειψης ρευστότητας, αφού το τραπεζικό σύστημα αδυνατεί να δώσει καλλιεργητικά δάνεια λόγω των προβλημάτων επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Η αγροτική παραγωγή που αποτελεί την τελευταία ελπίδα για επανεκκίνηση της οικονομίας, πλήττεται ανεπανόρθωτα καθώς πολλές επιχειρήσεις επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων έχουν αφήσει για πολλούς μήνες απλήρωτους τους παραγωγούς. Προβλήματα εντοπίζονται σε εκκοκκιστήρια βάμβακος, σε Ενώσεις συνεταιρισμών, σε βιομηχανίες τοματοχυμού, σε εργοστάσια επεξεργασίας βιομηχανικού ροδάκινου και βιομηχανικού αχλαδιού (κομπόστες) κλπ. Την ίδια στιγμή το κόστος παραγωγής δεν λέει να πέσει και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της αγοράς και στην βίαιη εσωτερική υποτίμηση. Τα λιπάσματα βρίσκονται στα ύψη το ίδιο και το κόστος της ενέργειας στον αγροτικό τομέα, το κόστος μεταφοράς των αγροτικών προϊόντων και το κόστος άρδευσης. Προβλήματα επίσης παρατηρούνται κατά τόπους και με την επιστροφή του ΦΠΑ, ενώ ο μη σχηματισμός κυβέρνησης μεταθέτει χρονικά και την επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης του αγροτικού πετρελαίου….

Όλες οι παράμετροι δείχνουν ότι ο αγροκτηνοτροφικός τομέας δοκιμάζεται σκληρά το φετινό καλοκαίρι…

Γιάννης Κολλάτος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.