«Αρνούμαι να συναινώ, να συνεργάζομαι και να διευκολύνω αυτούς που μάτωσαν τη χώρα, τους στυγνούς δολοφόνους που δολοφονούν κάθε μέρα κάποιον συμπολίτη μου»…

Αυτά γράφει, μεταξύ άλλων, στην αίτηση παραίτησής της η δασκάλα Μαρία Α., η οποία υπηρετεί σε δημοτικό σχολείο του Πειραιά και είναι μητέρα ενός 17χρονου αγοριού με νωπή τη μνήμη της απώλειας του συζύγου της, ο οποίος πριν από περίπου ενάμιση χρόνο πάνω στην απόγνωσή του μπροστά στις οικονομικές δυσκολίες έδωσε τέλος στη ζωή του. Στην επιστολή της η δασκάλα και μέλος του Περιφερειακού Υπηρεσιακού Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΠΥΣΠΕ) Πειραιά εξηγεί τους λόγους που την οδήγησαν σε αυτήν την απόφαση καταλήγοντας: «Επειδή η ψυχή μου αλυχτά, αποχωρώ και απαιτώ το μόνο δικαίωμα που μου αφήσατε για να αντισταθώ, την παραίτησή μου να την κάνετε άμεσα δεκτή».

Στην ομολογουμένως συγκλονιστική επιστολή που κατέθεσε στο ΠΥΣΠΕ η Μαρία Α. αρνείται να συμμετέχει «στο συστηματάκι που έχει στήσει» η Πολιτεία για να κοροϊδέψει και να ξεγελάσει τους πολίτες και δηλώνει προς πάσα κατεύθυνση: «Δεν συνεργάζομαι με αυτούς που έκλεψαν τον ιδρώτα των συνταξιούχων χωρίς ντροπή και σεβασμό στα χρόνια τους, δεν συνεργάζομαι με αυτούς που γέμισαν τη χώρα με άστεγους και τώρα κάνουν τάχα τους ελεήμονες, δεν θέλω την ελεημοσύνη τους, δεν αναγνωρίζω τα μιάσματα και τους θρασύδειλους που παράνομα κυβερνούν τη χώρα».

Οι συνάδελφοί της καταβάλλουν από χθες συνεχείς προσπάθειες να τη μεταπείσουν, για χάρη κυρίως του ανήλικου παιδιού της, καθώς η γυναίκα δεν διαθέτει άλλους οικονομικούς πόρους. Φαίνεται, όμως, ότι εκείνη από καιρό είχε πάρει την απόφασή της, αφού λίγους μήνες πριν, στα μέσα του Οκτωβρίου, είχε απευθυνθεί και πάλι με επιστολή της στους «εθνοσωτήρες»- πολιτικούς. Τότε η ίδια έγραφε ως «δημόσιος υπάλληλος, από αυτούς τους τεμπέληδες που χρεοκόπησαν τη χώρα» και συνέχιζε «συμφωνώ ότι έχουμε πόλεμο αλλά διαφωνώ ως προς το θέμα του εχθρού, και θύματα έχουμε σε αυτόν τον πόλεμο, και σήμερα χύνεται αίμα, αίμα δικό μας που βάφει τα δικά σας χέρια».

Στο βαρύ «κατηγορώ» της για τον σύζυγο που έχασε λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία έφεραν τη χώρα οι «εθνοσωτήρες», εξέφραζε με τον πιο ζοφερό τρόπο τη δυστυχία και τον πόνο που βίωνε: «Δολοφονήσατε τον σύντροφο της ζωής μου και πατέρα του παιδιού μου, τον πήρατε από κοντά μας με βίαιο τρόπο». Η δασκάλα έκλεινε την πρώτη επιστολή της με τους θρυλικούς στίχους του Καζαντζάκη «δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος» διαμηνύοντας, παράλληλα, στους «εθνοσωτήρες» ότι δεν θα περάσει το δικό τους, γιατί σύντομα πλησιάζει το τέλος της εποχής τους όπου επικρατεί το άδικο.

Εύη Πανταζοπούλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.