Τα υψηλά ντεσιμπέλ σηματοδοτούν για τους νέους την περιοχή τους, όπου αισθάνονται άνετα και κοινωνικοποιούνται

Με την ευκολία που μας δίνουν σήμερα τα smart phones και τα iPod μπορούμε να κουβαλάμε παντού μαζί μας την αγαπημένη μας μουσική. Τι συμβαίνει όμως, στην ψυχοσύνθεση των νέων που προτιμούν αντί να φορέσουν τα ακουστικά τους, να ακούν δυνατά τα αγαπημένα τους τραγούδια δημόσια;
Κι όταν λέμε δημόσια, εννοούμε στο σχολείο, το λεωφορείο, το πάρκο, ακόμα και περπατώντας στον δρόμο. Οι παρέες των 15χρονων είναι σήμερα πολύ θορυβώδεις, προκαλώντας συχνά δυσφορία στους μεγαλύτερους.
Το φαινόμενο εξαπλώνεται μάλιστα με τέτοιους ρυθμούς που έχει επικρατήσει μια αγγλική λέξη για να το περιγράψει, το sodcasting. Η λέξη αποδίδεται στον Pascal Wyse της Guardian, ο οποίος στην στήλη του Wyse Words καταγράφει λέξεις που θα έπρεπε να υπάρχουν, αλλά δεν υπάρχουν.
Στο Urban Dictionary ορίζεται ως η πράξη να ακούει κανείς μουσική δημόσια μέσω του ηχείου του κινητού τηλεφώνου, κυρίως μέσα στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Αγαπημένη συνήθεια νέων που φορούν πολυεστερικά, επώνυμα αθλητικά είδη και έχουν αμφίβολα μουσικά γούστα.
Σύμφωνα με έρευνα του BBC news, οι επιστήμονες θεωρούν ότι δεν είναι μια εγγενής αντικοινωνική συμπεριφορά, αλλά αντανακλά την τάση των ανθρώπων να οριοθετούν την «επικράτειά» τους. Για τους νέους η δυνατή μουσική καθορίζει τον χώρο που τους ανήκει, όπως συμβαίνει στην φύση με το κελάηδισμα των πουλιών και το τιτίβισμα των εντόμων.
Εντός της εμβέλεια της δυνατής μουσικής οι νέοι αισθάνονται σαν στο σπίτι τους, όπου συχνά δεν τους επιτρέπεται να ακούν δυνατά την μουσική που τους αρέσει. Επιπλέον, αποτελεί κι έναν τρόπο να φέρουν κοντά τους άλλους νέους με τα ίδια γούστα, διώχνοντας τους μεγάλους μακριά. Όπως λένε εξάλλου οι επιστήμονες, η μουσική ενώνει τους ανθρώπους σε ομάδες, με τον ίδιο τρόπο που ο ρυθμός συγχρονίζει την συμπεριφορά τους.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι νέοι πάντα συμπεριφέρονταν το ίδιο, με τους πρώτους sodcasters να έχουν κάνει την εμφάνισή τους τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Πίσω στα ’70s, όσοι άκουγαν ροκ γίνονταν αποδέκτες μεγάλης αμφισβήτησης από την ίδια τους την οικογένεια, που την χαρακτήριζε σκουπίδι. Έτσι, αναγκάζονταν όσοι είχαν κασετόφωνο να βγαίνουν στα πάρκα για να ακούσουν μουσική.
Επίσης, δεν ξεχνάμε τον Τζον Τραβόλτα στο πολύ γνωστό μιούζικαλ Grease να περπατάει ανάμεσα στους κολλητούς του, στηρίζοντας στον ώμο του ένα κασετόφωνο εποχής. Μια συνήθεια που έγινε στην συνέχεια δημοφιλής ανάμεσα στους νέους της δεκαετίας του ’80.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.